“Ακριβώς το τέλος του κόσμου”

 Της Κατερίνας Ρούση,

  Home is where it hurts. Με αυτό το τραγούδι ξεκινά η ταινία. Θα λέγαμε ότι ουσιαστικά συνοψίζει ολόκληρη την υπόθεση. Οικογενειακές ιστορίες σε μακράν καλύτερη εκδοχή από αυτές στον Alpha.

Πρόκειται για την έκτη ταινία του αμφιλεγόμενου Ξαβιέ Ντολάν, η οποία μάλιστα αποκόμισε σημαντικά βραβεία. Η ταινία βασίστηκε στο ομώνυμο θεατρικό έργο του Jean Luc Lagarce. Έχουμε λοιπόν, τον Λουί έναν θεατρικό συγγραφέα που επιστρέφει στο πατρικό του έπειτα από 12 χρόνια απουσίας, έχοντας να κάνει μια σημαντική ανακοίνωση στην οικογένειά του. Όμως οι στιγμές με την οικογένεια και τα οικογενειακά τραπέζια δεν είναι πάντα ευχάριστα. Ή μάλλον ξεκινούν ευχάριστα και στο τέλος καταλήγεις να  τσακωθείς.


 Ε κάπως έτσι γίνεται και εδώ. Ο Λουί επιστρέφει στο σπίτι του και τον υποδέχεται η μητέρα του, η μικρή του αδερφή και ο μεγαλύτερος αδερφός μαζί με την γυναίκα του. Οι συνθήκες δεν είναι ιδανικές, η ατμόσφαιρα ηλεκτρισμένη και η αμηχανία κυριαρχεί. Έχουν να τον δουν τόσο καιρό, θέλουν να τον εντυπωσιάσουν. Κυρίως η Σουζάν, η  μικρότερη αδερφή του που δεν κρύβει τον θαυμασμό που τρέφει για τον αδερφό της. Ο Αντουάν, ο μεγάλος αδερφός, συνεχώς νευρικός, βαρύς φαίνεται ότι είναι αυτός που χαλάει “το καλό κλίμα”. Η Κατρίν, η σύζυγος, είναι ήπιων τόνων και δεν μιλάει πολύ. Και φυσικά η Μαρτίν η μητέρα είναι εκεί για να κρατά τις ισορροπίες, όσο μπορεί.

 Οι εντάσεις είναι διάσπαρτες σε ολόκληρη την ταινία. Οι τόνοι ανεβαίνουν με το παραμικρό. Παράπονα, απογοητεύσεις, πίκρα. Όλοι περιμένουν κάτι από τον Λουί. Πολύ πιθανό και ο Λουί να περιμένει κάτι από την οικογένειά του. Ο Λουί στέκεται ήρεμος σχεδόν απαθής μπροστά στις συγκρούσεις χωρίς να θέλει να δώσει περαιτέρω έκταση σε αυτές. Προσπαθεί συνεχώς να βρει την κατάλληλη στιγμή να πει αυτό για το οποίο γύρισε μετά από τόσα χρόνια. Η κατάλληλη στιγμή ίσως και να μην έρθει ποτέ! Άλλωστε, όσο παρακολουθούμε την ταινία δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για τον λόγο επιστροφής του. Γύρισε για να ανακοινώσει κάτι σοβαρό ή μήπως όχι μόνο για αυτό; Μήπως προσπαθεί να ενωθεί ξανά με την οικογένειά του και να σώσει την σχέση τους; Ίσως όχι...

 Πέρα από τις φωνές και τις εντάσεις, υπάρχουν ωστόσο και κάποιες στιγμές χαράς και γέλιου. Θυμούνται τα παλιά λέγοντας ξανά και ξανά τις ίδιες ιστορίες. Μεταφερόμαστε σε ένα αλλιώτικο, γλυκό παρελθόν που χαρίζει σε όλα τα μέλη της οικογένειας ένα ζεστό χαμόγελο. Αυτές τις σκηνές στολίζει πετυχημένα ο Ξαβιέ με έντονη μουσική, κάτι που τον χαρακτηρίζει και στις υπόλοιπες ταινίες του.  

 Γιατί αυτήν την ταινία; Γιατί αυτή η ταινία με άγγιξε. Αν και δεν είναι σίγουρα από τις καλύτερες ταινίες του Ξαβιέ (βλέπε “Mommy”), είμαι από τα άτομα που την αγάπησα. Υπήρξαν και πολλοί που τη μίσησαν. Δεν ανήκω σε αυτούς. Ο Ξαβιέ καταφέρνει με το ταλέντο του να αφηγηθεί μια οικογενειακή ιστορία και τις δυσκολίες που υπάρχουν ανάμεσα στα μέλη της. Μια ιστορία που λίγο πολύ όλοι μπορούμε να ταυτιστούμε. Το πόσο ξένοι μπορούμε να νιώθουμε με την ίδια μας την οικογένεια. Να νιώθουμε ότι δεν μας καταλαβαίνουν τα άτομα που συνδεόμαστε με δεσμούς αίματος. Ότι ίσως αυτός ο δεσμός αίματος να είναι το μόνο που μας συνδέει μαζί τους και τίποτε άλλο.

Κάπου, πριν από αρκετό καιρό ήδη

 “Έτσι κάνουμε στη ζωή! Θυμόμαστε, αφηγούμαστε τα πράγματα που αγαπάμε” λέει σε κάποια σκηνή η Μαρτίν. Και έτσι είναι! Στο τέλος, οι αναμνήσεις είναι αυτό που μας απομένει, νοσταλγούμε αυτά που ζήσαμε και με αυτά πορευόμαστε προσπαθώντας να δημιουργήσουμε νέες αναμνήσεις για να έχουμε να θυμόμαστε. Ποιος από την οικογένεια φταίει που δεν υπάρχουν και άλλες καλές αναμνήσεις; Ποιος απομακρύνθηκε από ποιον; Μπορεί να καλυφθεί το κενό; Κάποια κενά δεν καλύπτονται. Ιδίως τα κενά της ψυχής.




0 comments