Χαμηλές Πτήσεις Καμικάζι με Black Out p.s. Red Out

 Της Χρυσαυγής Σκούμπη,

Το Black Out // P.S. Red Out (1998) είναι μια ταινία που πολλοί μίσησαν και λιγοστοί, μάλλον, αγάπησαν. Σε αυτούς του λίγους ήταν και το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης του ’98 που χάρισε, μέσα σε άλλα, στον Μενέλαο Καραμαγγιώλη το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη και στην Μυρτώ Αλικάκη αυτό της Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας. 

Η ιστορία ξετυλίγεται μέσα από γράμματα και μαγνητοταινίες, κασέτες που μας τρομοκρατούν στην ιδέα πως ο νεκρός αγαπημένος σου ακόμα επικοινωνεί μαζί σου και ίσως ο θάνατος του να είναι μια καλοστημένη φάρσα. Ο Χρίστος (Άλκης Κούρκουλος), πιλότος, χάνει την ζωή του σε μια αερομαχία πέφτοντας στην θάλασσα. Η Μαρία (Μυρτώ Αλικάκη) επιστρέφει στον ρόλο του μοντέλου για τον φωτογράφο και πρώην εραστή της Σταύρο (Κλέων Γρηγοριάδης) και μοιάζει πως, ίσως, ο Χρίστος ήταν ένα διάλειμμα στην σχέση τους. Μετά την κηδεία του άδειου φέρετρου, την παύση και τα πραγματικά αδιέξοδα φέρνουν οι φάκελοι με την μαγνητοφωνήσεις του πιλότου, που περιέχουν την δικιά του αλήθεια και την προσπάθεια του να μάθει αν η Μαρία τον αγάπησε ποτέ της αληθινά. 

"Σε κοιτούσα διαρκώς. Νόμιζα έτσι θα έμενες για πάντα δική μου"

«Black Out, είναι όταν φεύγει απότομα το αίμα απ’ το κεφάλι και όλα γίνονται ασπρόμαυρα. Και τότε τυφλώνεσαι προσωρινά. Σε μια απότομη πτώση το αίμα ξανανεβαίνει στο κεφάλι. Τότε όλα κοκκινίζουν και παθαίνεις Red Out»

Η ταινία εναλλάσσεται σε ασπρόμαυρα και έγχρωμα καρέ, που τονίζουν κόκκινες αποχρώσεις, όπως ακριβώς συμβαίνει στο κεφάλι και στην ζωή του Χρίστου. Κόκκινες και μαύρες μέρες. Κόκκινες, όταν βλέπει την αγαπημένη του αλλά δεν την νιώθει δίπλα του. Μαύρες, όταν ψάχνει την Μαρία και δεν είναι εκεί. Μα αυτές που δεν αντέχει είναι τις λευκές. Τις μέρες που πετούσε, πάλι για να την ψάξει, μα τα εναέρια ακροβατικά κατέληξαν στον βυθό.  

Σκηνοθετικά θυμίζει μια μίξη Νίκου Νικολαΐδη και Jean-Jacques Beineix, ενώ το ντουμπλάρισμα στις φωνές των ηθοποιών, μαζί με την αλλοπρόσαλλη ιστορία μιας παραθρησκευτικής οργάνωσης δημιουργεί την, ίσως άβολη (με την καλή έννοια), ατμόσφαιρα ενός ονείρου. Οι haters της ταινίας βρήκαν πολλά κενά και τρύπες στο σενάριο, κάτι που προσωπικά δεν αντιλήφθηκα, αντιθέτως όλα συνδέθηκαν όμορφα στο μυαλό μου, κυρίως εξαιτίας αυτής της αίσθησης του ονείρου. 
"Γιατί δεν φεύγεις αν σου έχει τελειώσει;"

Ο Χρίστος είναι ένας νέος, υπάκουος και πειθαρχημένος, που μοιάζει να ακολουθεί πιστά τα θέλω και τα ιδανικά που έχει για αυτόν η οικογένεια του. Από μικρό παιδί ήθελε να γίνει πιλότος. Ο πατέρας του το βρήκε εξαιρετική ιδέα, γιατί θα υπηρετούσε την πατρίδα. Ο θάνατος του γιού του, φαντάζει ηρωικός και ως εκπλήρωση του σκοπού ενός στρατιωτικού πιλότου. Δεν μετάνιωσε στιγμή για την «επιλογή» του παιδιού του, ακόμη και όταν έπεσε και ο τελευταίος τιμητικός πυροβολισμός στην κηδεία του. Ο Χρίστος, όμως, πετούσε για έναν και μόνο λόγο. Για να μην βραδιάζει ποτέ. Να προλαβαίνει κάθε ανατολή, μετά από κάθε δύση. Ερωτεύτηκε την Μαρία, σε βαθμό που πολλές φορές δεν συγκρατούσε την δύναμη του πόθου του για αυτήν, στιγμές που αμέσως μετάνιωνε, μα είχε μάθει πάντα να κερδίζει σε αυτήν την ζωή και έφτασε μέχρι και τον θάνατο για να κερδίσει την αγάπη της.

Η Μαρία, πρώην ή και νυν αλκοολική, δείχνει μια δυναμική και ανεξάρτητη γυναίκα, που κάθε άντρας θέλει να κάνει δική του. Εκείνη, όμως, δεν αρέσκεται στο να ανήκει σε κάποιον άλλον πέρα του εαυτού της, ενώ θέλει να της ανήκουν όλοι. Μπλέκει με άντρες χειριστικούς, αυταρχικούς, είναι υπάκουη σε αυτούς ή τουλάχιστον έτσι φαίνεται.  Γιατί η πραγματικότητα εντοπίζεται στην υπακοή που έχουν αυτοί απέναντι της, θέλοντας και μη. Μέχρι τον θάνατο. 
"Όλη μου την ζωή πολεμούσα εχθρούς που ποτέ δεν είδα, σε έναν άσφαιρο πόλεμο"

Ο Σταύρος έχει τον ρόλο του Μεγάλου Αδερφού. Βλέπει και ακούει τα πάντα. Κινεί τα νήματα, φτιάχνει τους κανόνες στα παιχνίδια που κρατάει και ζάρια και πούλια, ενώ προσπαθεί να καθορίζει ο ίδιος την μοίρα στις ζωές των άλλων. Είναι άραγε αυτό κατορθωτό; 

Δεν θα γινόταν να λείπει η αναφορά στην Μάρθα (Hanna Schygulla), Γαλλίδα ετεροθαλής αδερφή του Χρίστου, η οποία ποτέ δεν πίστεψε τον θάνατο του και έγινε το βασικό στήριγμα της Μαρίας, αλλά και η πηγή της σωτηρίας της. Και κάπως έτσι έφτασα στην αγαπημένη μου παρατήρηση. Η Hanna Schygulla, στα μάτια μου μοιάζει με την Λένα Πλάτωνος, και το θέμα είναι πως όσο έβλεπα την ταινία, κάθε επόμενη σκηνή έκανε ακόμα πιο έντονη την ανάγκη να ακούγεται αχνά στο background «Η Λάθος Αγάπη».
"Σ' αγαπώ. Και τώρα πια μην με φοβάσαι"

P.S. Αν αποφασίσετε να την δείτε, ελπίζω να μην σας βγει σε χάσιμο χρόνου (είναι και 2h 40min), αλλά να ταξιδέψετε και εσείς σε έναν άλλον ανατριχιαστικό ονειρικό κόσμο, στον οποίο το βλέμμα σου μαθαίνει να κυνηγάει το ηλιοβασίλεμα και τις γραμμές των αεροπλάνων.   



0 comments