Sorry We Missed You: Εμβόλιο κατά της φτώχειας, υπάρχει;

 

«Την παλεύουμε, 8ωρο στο 8ωρο, για ένα ζευγάρι ρίμποκ κι ένα κούρεμα στο Φάληρο», έγραψε ο Λεξ στο κομμάτι του «Γρανίτες και Τσιγάρα», μιλώντας για τις κακές απολαβές που έχει η πλειοψηφία των εργαζομένων στην Ελλάδα, που μετά βίας φτάνουν για ελάχιστες απολαύσεις-αν φτάνουν και για αυτές καμιά φορά. Ωστόσο, όπως ο Κορονοϊός, η πανδημία της φτώχειας είναι διεθνής και δεν κάνει διακρίσεις, με τη μόνη διαφορά ότι δεν υπάρχει εμβόλιο κατά της φτώχειας. 

Ένα χρόνο αργότερα από τον επικό δίσκο του Λεξ «2ΧΧΧ», στον οποίο συμπεριλαμβάνεται και το κομμάτι που προαναφέρθηκε, κυκλοφόρησε και η ταινία του Κεν Λόουτς «Sorry We Missed You», η οποία διαδραματίζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, από όπου ο Καρλ Μαρξ οραματιζόταν να  ξεκινήσει η επανάσταση γράφοντας το «Κεφάλαιο». 

Η υπόθεση αφορά μια ενδοσκόπηση στην οικογένεια του  Ρίκι (Κρις Κίτσεν), ενός πρώην εργάτη σε οικοδομές που έχασε τη δουλειά του, ζει με τη σύζυγό του Άμπι (Ντέμπι Χάνιγουντ), μια νοσοκόμα σε ηλικιωμένους και άτομα με αναπηρία που εργάζεται με σύμβαση έργου.

Οι δυο τους έχασαν, όπως και εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο, τα πάντα εξαιτίας της οικονομικής κρίσης του 2008, όποτε πολλές φούσκες έσκασαν και πολλά «Αμερικάνικα όνειρα» κατέρρευσαν. Η Άμπι και ο Ρίκι, χρωστάνε, νοικιάζουν, εξαντλούνται στη δουλειά για να συντηρήσουν τα δυο τους παιδιά, τον Σεμπ, ένα αγόρι με δύσκολη και «επαναστατική» εφηβεία και τη Λίζι, ένα γλυκό κορίτσι με αρκετή οξυδέρκεια και ήρεμο πνεύμα. 

Σε μια προσπάθεια να μαζέψουν τα κομμάτια τους ως οικογένεια,  ο Ρίκι πιάνει δουλειά ως freelancer οδηγός για μια μεγάλη εταιρεία μεταφορών και παράδοσης- όπου το αφεντικό πουλάει το γνωστό παραμύθι «η εταιρεία είναι και δική σου». Αγοράζει φορτηγάκι, πουλώντας το αυτοκίνητο που χρησιμοποιεί η γυναίκα του για να κάνει τη δουλειά της. Οι εργασιακές συνθήκες είναι «ανύπαρκτες», καθότι πληρώνει πρόστιμο 150 λίρες κάθε φορά που παίρνει μια μέρα άδεια και το πρόγραμμά του είναι τόσο ασφυκτικό, που χρειάζεται να κατουρά σε ένα μπουκάλι νερό, αφού χρόνος για τουαλέτα δεν περισσεύει. Και φυσικά, οι πελάτες παραμένουν…πελάτες (για να μην πω τίποτα χειρότερο). 

Αλλά και η υπόλοιπη οικογένειά του δεν πάει πίσω. Η Άμπι βρίσκεται όλη μέρα στα λεωφορεία για να πάει στη δουλειά της, δηλαδή να φροντίζει ηλικιωμένους, εκ των οποίων κάποιοι έχουν άνοια. Με ελάχιστο χρόνο για κάθε άνθρωπο, δεν μπορεί να κάνει όλα όσα απαιτούνται για να τους παρέχει ουσιαστική βοήθεια, οπότε υπερβαίνει συχνά το ωράριό της για να κάνει το καθήκον της ως άνθρωπος και ως νοσοκόμα. Τα ωράριά της εξαντλητικά. «Τι συνέβη στην 8ωρη εργασία;», τη ρωτά μια από τις ασθενείς της όταν είδε το πρόγραμμά της. Οι δύο γονείς έχουν να αντιμετωπίσουν όλα αυτά στην καθημερινότητά τους, ενώ ο έφηβος γιος τους που θέλει να κάνει μια καριέρα στο γκράφιτι και βιώνει μια φάση ανησυχίας και «ανυποταγής», όπως ορίζει η εφηβεία, αλλά χωρίς ακριβή επαφή με τον «πραγματικό κόσμο», στον οποίο ζουν οι γονείς του. 

 Και έτσι κάποιες μέρες ζουν, αλλά τις περισσότερες απλά επιβιώνουν. Ίσα ίσα τα βγάζουν πέρα, αλλά τα προβλήματα συσσωρεύονται το ένα πάνω στο άλλο. Κι εμείς, παρακολουθώντας από μια χώρα με ανεργία λίγο πιο κάτω από το 12%, δεν εκπλησσόμαστε που δεν αντιστέκονται, που δεν μιλάνε, που δεν οργανώνονται σε σωματεία, που δεν ελπίζουν πια. Γιατί η αλήθεια είναι πως- παρά τα πολυδιαφημιζόμενα success stories- τις περισσότερες φορές, όταν σε κλοτσάνε παραμένεις κάτω. Και το κράτος παρακολουθεί από ψηλά σαν σιωπηλός θεατής. 


Ο Κεν Λόουτς θα μπορούσε απλά να έχει εμπνευστεί από τον οποιονδήποτε μέσο Βρετανό πολίτη που βιώνει ακριβώς τα ίδια, αλλά πηγή έμπνευσής του για την ιστορία αποτέλεσε σε κάποιο βαθμό η ζωή του 53χρονου Ντον Λέιν, που εργαζόταν επίσης σε μια υπηρεσία παράδοσης (DPD). Ο Λέιν, έχοντας αναγκαστεί να πληρώσει πρόστιμο 150 λίρες, επειδή είδε έναν ειδικό για ένα θέμα στα μάτια του που σχετιζόταν με το διαβήτη, επέστρεψε στη δουλειά μη μπορώντας να αντέξει να χάσει άλλο μεροκάματο. Ως αποτέλεσμα της δουλειάς, ενώ ήταν σοβαρά άρρωστος, πέθανε στις 4 Ιανουαρίου 2018, έχοντας αφιερώσει 19 χρόνια από τη ζωή του στην εταιρεία. 

Η ταινία δεν είναι ευχάριστη, αλλά αποτελεί μια άκρως ρεαλιστική απεικόνιση της πραγματικότητας. Μέσα από τη μεγάλη οθόνη, ο Λόουτς κατάφερε να απεικονίσει την απουσία μιας συλλογικής αντίστασης και ενός οργανωμένου αγώνα ενάντια στην εργασιακή εξαθλίωση. 

Αλλά δεν είναι μόνο η ανάγκη για επιβίωση που χαλιναγωγεί την αντίσταση, αλλά και η ίδια η απουσία μιας εργασιακής σχέσης στα λεγόμενα «συμβόλαια έργου», τα οποία είχαν τόσο η Άμπι όσο και ο Ρίκι. Ο «καπιταλισμός της πλατφόρμας» είναι που διαλύει τα συνδικάτα και μαζί τους τα στοιχειώδη εργασιακά κεκτημένα, 8ωρο, ρεπό, άδεια, ασφάλιση και τα συναφή. 

Πέραν αυτού, το Sorry We Missed You κάνει ιδιαίτερα εμφανή την απουσία του κράτους από την ιστορία. Πού είναι οι έλεγχοι, τα ωράρια, τα κοινωνικά μερίσματα; Πού είναι η πρόνοια; 

Συμπέρασμα; Κράτος και εργοδοτική ηθική, δυστυχώς, απουσιάζατε. 

0 comments